- μυθοπλαστία
- μυθοπλαστία, η και μυθοπλασία, ηη επινόηση μύθων, η μυθοποιία: Ταινίες μυθοπλασίας.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
μυθοπλαστία — και μυθοπλασία, η (ΑΜ μυθοπλαστία) η ενέργεια τού μυθοπλαστώ, η επινόηση μύθων, η μυθοποιία νεοελλ. 1. ιατρ. η παρουσίαση καθαρά φανταστικών γεγονότων, με αποτέλεσμα μια μυθιστορηματική εκδοχή τους, η οποία έχει παθολογική σημασία στο πλαίσιο τής … Dictionary of Greek
μυθοπλασία — η βλ. μυθοπλαστία … Dictionary of Greek
μυθοπλαστικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μυθοπλαστία. [ΕΤΥΜΟΛ. < μυθοπλάστης. Η λ. μαρτυρείται από το 1877 στον Εμμ. Ροΐδη] … Dictionary of Greek